Αν βαριέστε να διαβάζετε και θέλετε να δείτε μόνο τις κατηγορίες, πατήστε Ctrl+F και στο παράθυρο που θα βγει γράψτε "ο βρωμοποδαράς" χωρίς τα εισαγωγικά. Τεμπέληδες!
Υπάρχουν δύο είδη ζόμπι. Τα πτώματα που ξανάρχονται στη ζωή από υπερ-παν-σουπερ-απόρρητα βιολογικά συστατικά σε εργαστήρια, και οι Έλληνες υπάλληλοι. Ο Έλληνας υπάλληλος έχει πολλά κοινά με το ζόμπι αφού 1) όταν εμφανίζρται στη δουλειά προκαλεί τρόμο γιατί όλοι προσπαθούν να θυμηθούν την τελευταία φορά που τον είδαν μπροστά τους, 2) μια μέρα του στη δουλειά έχει όση ζωή και το ζόμπι, και 3) όσοι μιλούν για τις ικανότητές του, μιλούν χωρίς να τον έχουν δει από κοντά. Πράγματι, ο Έλληνας υπάλληλος είναι σαν το μυστικό υπερόπλο της κυβέρνησης: έρχεται, κάνει τη δουλειά του σε λιγότερο από 5 λεπτά και φεύγει.
Όπως σας είπα στο προηγούμενο άρθρο, η ζωή του ανθρώπου είναι ένα παζλ που το ένα κομμάτι του είναι πιο βίαιο από το προηγούμενο. Είχαμε μείνει στη γέννηση και το θηλασμό. Αφού λοιπόν ο άνθρωπος (και ο Έλληνας δεν αποτελεί κάτι διαφορετικό όσο κι αν προσπαθεί να αποδείξει το αντίθετο) αφού εκμεταλλευτεί για δικό του όφελος τα βυζιά της μάνας του, τα οποία δε θα έχει την ευκαιρία να ξαναδαγκώσει στην υπόλοιπη ζωή του, και παίρνει το απαραίτητο γάλα που χρειάζεται για να μην ψοφήσει, μετά από λίγο πηγαίνει (ή μάλλον τον στέλνουν) στο ινστιτούτο πλύσης εγκεφάλου που λέγεται δημοτικό σχολείο. Εκεί μαθαίνει ότι κάθε στραβή κίνηση της κηρομπογιάς πάνω στη ζωγραφιά, κάθε ορθογραφικό λάθος κα κάθε χέρι τεντωμένο προς τον κώλο της μπροστινής συμμαθήτριας την ώρα της στοίχισης στην πρωινή προσευχή, θα επηρεάσει το βαθμό του, την κοινωνική του θέση και την επιτυχία του στο μέλλον. Και όλα αυτά σε ηλικία μικρότερη των 10 χρόνων, έτσι ώστς ο φόβος της αποτυχίας να έχει ριζώσει καλά μέσα στην καρδιά του μικρού Κωστάκη.
Μετά έρχεται το γυμνάσιο και μετά το λύκειο, για να νομίζει ο ήρωάς μας ότι προοδεύει και ότι οι κόποι του ανταμείβονται. Η διαδικασία της ζομποποίησης έχει πια μπει σε λειτουργία, αλλά μόνο στην τρίτη λυκείου μπαίνει σε full effect. Εκείνη τη χρονιά ο μικρός μας ήρωας μαθαίνει ότι τα προηγούμενα 17 χρόνια της ζωής του δε σημαίνουν τίποτα, και ότι για να μη γίνει το ίδιο και με τα επόμενα χρόνια, πρέπει για αυτό τον ένα χρόνο να γίνει πραγματικό ζόμπι. Ο - όχι τόσο μικρός πια - Κωστάκης καλείται να ρίξει όλες του τις δυνάμεις στο διαγωνισμό παπαγαλίας για να βγει ο νούμερο ένα παπαγάλος του σχολείου, της πόλης, του νομού ή και της Ελλάδας ακόμα! Ξαναγυρνώντας στους κανόνες του δημοτικού, η παραμικρή κουτσουλιά που ο εξεταστής πέρασε για παρένθεση, μπορεί να του στοιχίσει όλη τη χρονιά, και άρα όλη τη ζωή... Όταν τελικά τελειώσει αυτή η χρονιά, ο Κωστάκης αισθάνεται τέλεια που θα μπει στο πανεπιστήμιο. Έχοντας περάσει όλη του τη ζωή κάνοντας υπηρεσίες με αντάλλαγμα την έγκριση από τυχαίες διακοσμητικές φιγούρες, στο πανεπιστήμιο συνειδητοποιεί ότι πρέπει να κάνει υπηρεσίες με αντάλλαγμα την έγκριση από τυχαίες διακοσμητικές φιγούρες. Αλλά το μέλλον είναι ακόμα πιο λαμπρό. Μετά το πανεπιστήμιο, θα είναι τόσο τυχερός ώστε θα κάνει υπηρεσίες με αντάλλαγμα την έγκριση από τυχαίες διακοσμητικές φιγούρες. Αν όλο αυτό σας φαίνεται μονότονο, υπάρχουν και τα Σαββατοκύριακα.
Αυτή είναι η ζωή του μέσου Έλληνα υπαλλήλου μέχρι να πιάσει δουλειά. Αφού πιάσει δουλειά, πρέπει να ανήκει σε μια από τις παρακάτω κατηγορίες:
Ο βρωμοποδαράς. Συναντάται πιο πολύ σε δημόσιες υπηρεσίες. Το μόνο καλό με αυτό τον υπάλληλο είναι ότι μπορείς να τον μυρίσεις πριν καν τον δεις, και έτσι σου δίνει την ευκαιρία να κρυφτείς κάτω από το γραφείο ή πίσω από την κουρτίνα για να αποφύγεις την μπόχα μέχρι να φύγει.
Αυτός είναι ο υπάλληλος που πήρε τη δουλειά αμέσως αφού τέλειωσε το πανεπιστήμιο, είναι συνήθως γύρω στα 25 του και οι συνήθειες της φοιτητικής ζωής δεν τον έχουν εγκαταλείψει. Φοράει το ίδιο ασιδέρωτο παντελόνι που βλέπει το πλυντήριο λιγότερο συχνά από όσο βλέπει ο Παναθηναϊκός το πρωτάθλημα. Όταν ήταν στο πανεπιστήμιο ζούσε με τους γονείς του και η μάνα του του έπλενε τα ρούχα κάθε φορά που ο γιος της γυρνούσε από πάρτι των ΕΑΑΚ. Τώρα όμως έχει δικό του σπίτι, και έχει κηρύξει αμείλικτο πόλεμο με την αστική καθαριότητα. Δυστυχώς, τα θύματα σε αυτό τον πόλεμο είναι οι συνάδελφοί του στη δουλειά. Μιας και ο ΟΗΕ δεν κάνει τίποτα για να σταματήσει αυτή τη μαζική γενοκτονία του άμαχου πληθυσμού, ο βρωμοποδαράς συνεχίζει να έρχεται στη δουλειά με τα ίδια ρούχα, και μάλιστα κάθε φορά που τρώει Cheetos, Doritos ή ποπ-κορν στο χώρο που δουλεύει, σκουπίζει τα δάχτυλά του πάνω στη μπλούζα και το παντελόνι του, αφήνοντας ανεξίτηλες πορτοκαλί και καφέ γραμμές. Αν η δουλειά του έχει να κάνει με κομπιούτερ, κάθε μήνα αλλάζει πληκτρολόγιο αφού ένα ή περισσότερα πλήκτρα δε μπορούν να πατηθούν εξαιτίας του βούτυρου που μαζεύτηκε από κάτω τους.
Η κουτσομπόλα. Συναντάται και σε δημόσιες και σε ιδιωτικές υπηρεσίες. Η κουτσομπόλα πιθανόν να μη σου έχει μιλήσει ποτέ, αλλά ξέρει τα πάντα για σένα. Όταν περνάς από μπροστά της, σταματάει απότομα να μιλάει, σα να έχει αυτόματο κουμπί mute. Όταν σε δει να απομακρύνεσαι αρκετά, συνεχίζει να μιλάει. Συνήθως δεν είναι μία, αλλά δύο ή τρεις, που είτε θα δουλεύουν στο ίδιο γραφείο, είτε θα τις δεις να περπατάνε συχνά στον ίδιο διάδρομο. Αν της πεις καλημέρα ή γενικά αν της μιλήσεις, το πρώτο που θα κάνει είναι ένα δυνατό "αχ!" σα να της έπεσε γεμάτος κουμπαράς πάνω στο δάχτυλο. Αυτό δεν είναι επειδή δε σε πρόσεχε, αλλά επειδή δεν περίμενε να της μιλήσεις και επειδή σίγουρα κάτι σκεφτόταν για σένα, νόμισε ότι την κατάλαβες. Αμέσως μετά το "αχ!" θα σου πει κι αυτή καλημέρα με ένα χαζοχαρούμενο χαμόγελο για να νομίσεις ότι είναι όλα καλά, εκτός αν την προλάβεις εσύ και τη ρωτήσεις αμέσως μετά το "αχ!" αν έπαθε τίποτα, οπότε θα σου πει μια ηλίθια δικαιολογία όπως "με τρώει το κότσι μου" ή "έφαγα βαριά χτες το βράδυ και με πονάει η κοιλιά μου". Αν και ενοχλητική, η κουτσομπόλα είναι πιο άκακη από το ρουφιάνο (βλέπε παρακάτω) και δε θα πει ποτέ αυτά που ξέρει για σένα στο αφεντικό. Το κουτσομπολιό δεν το κάνει για να πάρει προαγωγή, αλλά γιατί το βλέπει σαν τρόπο ζωής.
Ο ρουφιάνος. Η χειρότερη από όλες τις κατηγορίες, που δυστυχώς υπάρχει παντού. Υπάρχουν δύο κατηγορίες ρουφιάνου, ο απλός κωλογλείφτης και ο Χλαπάτσας. Ο απλός κωλογλείφτης είναι αυτός που σε κάθε μίτινγκ παίρνει το μέρος του αφεντικού, είχε στο σχολείο το ίδιο παρατσούκλι που έχει ο γιος του αφεντικού, και φέρνει κάθε μέρα κουλουράκια που η γυναίκα του μαγείρεψε για το αφεντικό, αν και στα αλήθεια ο κωλογλείφτης δεν έχει γυναίκα και φτιάχνει τα κουλουράκια μόνος του. Δε γλείφει το αφεντικό επειδή θέλει την προαγωγή, αλλά επειδή φοβάται την απόλυση. Όταν γυρίζει στο σπίτι βρίζει τη μοίρα του που τον ανάγκασε να κάνει θελήματα για έναν ψηλομύτη καρεκλοκένταυρο, αν και στην πραγματικότητα ο ίδιος επέλεξε αυτό το δρόμο για τον εαυτό του.
Η άλλη κατηγορία ρουφιάνου είναι ο Χλαπάτσας. Ο σπιούνος, ο χαφιές, ο καταδότης, ο Αρτέμης Μάτσας, ο Δήμος Σταρένιος, ο Joe Pantoliano. Σε αντίθεση με τον νορμάλ κωλογλείφτη, ο Χλαπάτσας θα κάνει ότι είναι δυνατό ή αδύνατο για να σε βγάλει από τη μέση. Αν δηλαδή καμιά φορά τύχει να κάνεις σεξ με την καβλίτσα γραμματέα που τυχαίνει να είναι και δεσμός του αφεντικού (βλ. την παρακάτω κατηγορία), να είσαι σίγουρος πως αν το αφεντικό το μάθει από κάποιον, αυτός θα είναι σίγουρα ο Χλαπάτσας. Ο τρόπος να απαλλαγείς από αυτόν είναι να ανοίγεις πολύ απότομα την πόρτα όταν βγαίνεις από κάποιο γραφείο. Οι πιθανότητες είναι με το μέρος σου να πετύχεις με την πόρτα στο κεφάλι το ρουφιάνο που θα κρυφακούει. Ή, αν δεν πετύχει αυτό, δώστου να παίξει Dragon's Lair. Ακόμα και αυτός δε θα έχει την κακία που χρειάζεται για να το αντέξει.
Ο ψωλοζητούσα. Συναντάται κυρίως σε ιδιωτικές εταιρίες. Είναι αυτή που θα δεις το όνομά της γραμμένο στους τοίχους από τις τουαλέτες, ακολουθούμενο από ένα = και τη λέξη ΠΟΥΤΑΝΑ. Η ψωλοζητούσα είναι η γκόμενα που μπορεί να σου κάνει πεοθηλασμό επί ένα ηλιοστάσιο αν υποψιαστεί ότι έχεις λεφτά ή ακόμα κι ότι μιλάς συχνά με το αφεντικό. Τη δίψα της για εξουσία ανταγωνίζεται μόνο η δίψα της για σπέρμα. Μπορεί να μην έχει μάθει ακόμα να πληκτρολογεί, και κάθε φορά που πάει να το κάνει τσιμπάει τα πλήκτρα σα να θέλει να τα ξεριζώσει από το πληκτρολόγιο και να τα βάλει στον κώλο της, αλλά στα τσιμπούκια είναι ό,τι είναι ο Μιμίκος στα κοτόπουλα. Πρώτο πράμα.
Η ψωλοζητούσα αν είναι τυχερή βρίσκει τον κολλεγιόπαιδα ημιπρεζάκια γιο του αφεντικού, τον ξεπαρθενεύει και γίνεται διευθύντρια της επιχείρησης. Αν είναι άτυχη, καταλήγει στα 40 της να chatάρει στο MSN με όνομα "Μiss Aggie" ή "Εμμανουέλλα" όπου συναντά το βρωμοποδαρά και κάνουν οικογένεια πήζοντας στη μιζέρια τους.
Ο wanna-be προϊστάμενος. Είναι ο τρόμπας που σου πρήζει τα αρχίδια κάθε μέρα γεμίζοντάς σε με χαρτιά που πρέπει να υπογράψεις, φτιάχνει ομάδες εργαζομένων μόνο και μόνο για να μπει αρχηγός, πάει πάντα πρώτος στα μίτινγκ με την εργοδοσία και μετά από κάθε μίτινγκ μόνο αυτός έχει έτοιμο από πριν το πλάνο για το πώς θα ολοκληρωθεί μια εργασία. Είναι απλός υπάλληλος, αλλά η όρεξή του για δόξα και αρχηγιλίκι τον κάνει να αισθάνεται προϊστάμενος. Συνήθως χρησιμοποιεί μεγάλες λέξεις με 4 κα πάνω συλλαβές για να περιγράψει τα πιο απλά πράγματα, γιατί ο καλύτερος τρόπος να αισθανθείς σημαντικός όταν δεν είσαι, είναι να χρησιμοποιείς λέξεις που ακούγονται σημαντικές.
Ο γκρινιάρης νεοέλληνας. Κάθε δουλειά έχει αυτό τον υπάλληλο. Ο γκρινιάρης νεοέλληνας κλαψουρίζει κάθε τόσο γιατί δε βγάζει αρκετά λεφτά. Ο μισθός του είναι ο ίδιος με των άλλων υπαλλήλων, αλλά ο γκρινιάρης νεοέλληνας τον χαραμάει πετώντας λουλούδια στο Νότη, παίζοντας στοίχημα ή βάζοντας turbo κινητήρα στο Datsun του. Έτσι, όταν έρχεται η ώρα να τσοντάρουν όλοι οι συνάδελφοι για να αγοραστεί κάτι που χρειάζεται η επιχείρηση, ο γκρινιάρης νεοέλληνας βάζει πάντα λιγότερα από τους άλλους ή δε βάζει τίποτα. Όταν κάποιος πάει να του την πει, ο φίλος μας απαντάει με θάρρος "τι να κάνουμε ρε φίλε, δεν είμαστε όλοι σαν κι εσένα να έχουμε λεφτά". Βέβαια όταν του κάθεται το διπλό της Αrsenal, την άλλη μέρα έρχεται στη δουλειά και κάνει τόσο θόρυβο για το πόσο γαμάτος τζογαδόρος είναι δείχνοντας σε όλους το δελτίο που έπιασε, που σου έρχεται να του καρφώσεις σάρισα στον προστάτη. Ο γκρινιάρης νεοέλληνας δε δουλεύει ποτέ, και συνήθως μπανίζει βυζιά στο Youjizz. Παρ' όλα αυτά είναι χρήσιμος αν θέλετε πληροφορίες για το πώς να τραβήξετε μαλακία σε ώρα δουλειάς χωρίς να σας πάρουν χαμπάρι.
Ο συνδικάλας. Ο συνδικάλας είναι το κατεξοχήν ζόμπι της επιχείρησης. Τον βλέπεις μια φορά το τρίμηνο που έρχεται για να μοιράσει προκηρύξεις της ΓΣΕΕ, και από αυτό καταλαβαίνεις ότι όποτε δεις τον συνδικάλα στη δουλειά έρχεται απεργία. Γι' αυτό και δε μπορεί να γίνει ποτέ αντιπαθητικός, αφού και μόνο η παρουσία του αποτελεί για όλους τους άλλους διάλειμμα από τη δουλειά. Αν ποτέ τον ρωτήσεις τι κάνει τις μέρες που δεν έρχεται στη δουλειά, θα σου απαντήσει με το ύφος του Χριστού που κάνει κατήχηση στους μαθητές του, "δουλεύω για σας". Εσύ πρέπει να καθηλωθείς από την αλτρουιστική επαναστατικότητα αυτής της απάντησης και να μην κάνεις άλλες ερωτήσεις. Στην πραγματικότητα τις περισσότερες φορές ο συνδικάλας τα έχει καλά με το αφεντικό, ξέρει ότι ούτε προαγωγή θα πάρει ποτέ αλλά ούτε και θα απολυθεί, και περνάει τις μέρες του ανέμελα γελώντας με τους μαλάκες που κάθονται να υπογράφουν χαρτιά και να συμπληρώνουν αιτήσεις όλη τη μέρα. Αν σου υποσχεθεί ότι "θα μιλήσει για σένα στο σωματείο" έχεις κι εσύ μια μικρή ελπίδα να μην ξαναδουλέψεις ποτέ και να γίνεις ο επόμενος συνδικάλας που θα παλεύει για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης από τη μεγαλοπρέπεια του καναπέ του.
Ο DJ Douchmaster. Η τελευταία κατηγορία είναι αυτός που ακούει μουσική δυνατά μέσα στο γραφείο του, χωρίς να χρησιμοποιεί ποτέ ακουστικά. Ο DJ Douchmaster δεν ακούει Γονίδη και Χριστοδουλόπουλο, αυτά είναι για τον γκρινιάρη και ίσως μετά από 10 χρόνια και για τον βρωμοποδαρά. Ο Douchmaster ακούει μόνο James, Linkin Park, Coldplay, U2 και σε μεγάλα κέφια Nelly Furtado, Beyonce και Rihanna. Ο φίλος μας όχι μόνο σπάει τα νεύρα των συναδέλφων του με τη μουσική που είναι πάντα στo φουλ, αλλά διαλέγει και να δουλεύει πάντα την ίδια ώρα που ακούει μουσική, οπότε τα τραγούδια συνοδεύονται από τα χρουτς χρουτς του εκτυπωτή ή τα ντουντ-ντουντ των e-mails (να σας θυμίσω ότι οι υπολογιστές στις ελληνικές δημόσιες και μη υπηρεσίες είναι της προηγούμενης χιλιετίας) κι έτσι ο DJ Douchmaster έχει φτιάξει χωρίς να το θέλει ένα dubstep remix στο άλμπουμ που ακούει. Αν έχεις κι εσύ παρόμοια μουσικά ακούσματα, μια σου μόνο συνάντηση με τον DJ Douchmaster θα σε κάνει να τα εγκαταλείψεις μια για πάντα.
Υπάρχουν δύο είδη ζόμπι. Τα πτώματα που ξανάρχονται στη ζωή από υπερ-παν-σουπερ-απόρρητα βιολογικά συστατικά σε εργαστήρια, και οι Έλληνες υπάλληλοι. Ο Έλληνας υπάλληλος έχει πολλά κοινά με το ζόμπι αφού 1) όταν εμφανίζρται στη δουλειά προκαλεί τρόμο γιατί όλοι προσπαθούν να θυμηθούν την τελευταία φορά που τον είδαν μπροστά τους, 2) μια μέρα του στη δουλειά έχει όση ζωή και το ζόμπι, και 3) όσοι μιλούν για τις ικανότητές του, μιλούν χωρίς να τον έχουν δει από κοντά. Πράγματι, ο Έλληνας υπάλληλος είναι σαν το μυστικό υπερόπλο της κυβέρνησης: έρχεται, κάνει τη δουλειά του σε λιγότερο από 5 λεπτά και φεύγει.
Όπως σας είπα στο προηγούμενο άρθρο, η ζωή του ανθρώπου είναι ένα παζλ που το ένα κομμάτι του είναι πιο βίαιο από το προηγούμενο. Είχαμε μείνει στη γέννηση και το θηλασμό. Αφού λοιπόν ο άνθρωπος (και ο Έλληνας δεν αποτελεί κάτι διαφορετικό όσο κι αν προσπαθεί να αποδείξει το αντίθετο) αφού εκμεταλλευτεί για δικό του όφελος τα βυζιά της μάνας του, τα οποία δε θα έχει την ευκαιρία να ξαναδαγκώσει στην υπόλοιπη ζωή του, και παίρνει το απαραίτητο γάλα που χρειάζεται για να μην ψοφήσει, μετά από λίγο πηγαίνει (ή μάλλον τον στέλνουν) στο ινστιτούτο πλύσης εγκεφάλου που λέγεται δημοτικό σχολείο. Εκεί μαθαίνει ότι κάθε στραβή κίνηση της κηρομπογιάς πάνω στη ζωγραφιά, κάθε ορθογραφικό λάθος κα κάθε χέρι τεντωμένο προς τον κώλο της μπροστινής συμμαθήτριας την ώρα της στοίχισης στην πρωινή προσευχή, θα επηρεάσει το βαθμό του, την κοινωνική του θέση και την επιτυχία του στο μέλλον. Και όλα αυτά σε ηλικία μικρότερη των 10 χρόνων, έτσι ώστς ο φόβος της αποτυχίας να έχει ριζώσει καλά μέσα στην καρδιά του μικρού Κωστάκη.
Μετά έρχεται το γυμνάσιο και μετά το λύκειο, για να νομίζει ο ήρωάς μας ότι προοδεύει και ότι οι κόποι του ανταμείβονται. Η διαδικασία της ζομποποίησης έχει πια μπει σε λειτουργία, αλλά μόνο στην τρίτη λυκείου μπαίνει σε full effect. Εκείνη τη χρονιά ο μικρός μας ήρωας μαθαίνει ότι τα προηγούμενα 17 χρόνια της ζωής του δε σημαίνουν τίποτα, και ότι για να μη γίνει το ίδιο και με τα επόμενα χρόνια, πρέπει για αυτό τον ένα χρόνο να γίνει πραγματικό ζόμπι. Ο - όχι τόσο μικρός πια - Κωστάκης καλείται να ρίξει όλες του τις δυνάμεις στο διαγωνισμό παπαγαλίας για να βγει ο νούμερο ένα παπαγάλος του σχολείου, της πόλης, του νομού ή και της Ελλάδας ακόμα! Ξαναγυρνώντας στους κανόνες του δημοτικού, η παραμικρή κουτσουλιά που ο εξεταστής πέρασε για παρένθεση, μπορεί να του στοιχίσει όλη τη χρονιά, και άρα όλη τη ζωή... Όταν τελικά τελειώσει αυτή η χρονιά, ο Κωστάκης αισθάνεται τέλεια που θα μπει στο πανεπιστήμιο. Έχοντας περάσει όλη του τη ζωή κάνοντας υπηρεσίες με αντάλλαγμα την έγκριση από τυχαίες διακοσμητικές φιγούρες, στο πανεπιστήμιο συνειδητοποιεί ότι πρέπει να κάνει υπηρεσίες με αντάλλαγμα την έγκριση από τυχαίες διακοσμητικές φιγούρες. Αλλά το μέλλον είναι ακόμα πιο λαμπρό. Μετά το πανεπιστήμιο, θα είναι τόσο τυχερός ώστε θα κάνει υπηρεσίες με αντάλλαγμα την έγκριση από τυχαίες διακοσμητικές φιγούρες. Αν όλο αυτό σας φαίνεται μονότονο, υπάρχουν και τα Σαββατοκύριακα.
Αυτή είναι η ζωή του μέσου Έλληνα υπαλλήλου μέχρι να πιάσει δουλειά. Αφού πιάσει δουλειά, πρέπει να ανήκει σε μια από τις παρακάτω κατηγορίες:
Ο βρωμοποδαράς. Συναντάται πιο πολύ σε δημόσιες υπηρεσίες. Το μόνο καλό με αυτό τον υπάλληλο είναι ότι μπορείς να τον μυρίσεις πριν καν τον δεις, και έτσι σου δίνει την ευκαιρία να κρυφτείς κάτω από το γραφείο ή πίσω από την κουρτίνα για να αποφύγεις την μπόχα μέχρι να φύγει.
Αυτός είναι ο υπάλληλος που πήρε τη δουλειά αμέσως αφού τέλειωσε το πανεπιστήμιο, είναι συνήθως γύρω στα 25 του και οι συνήθειες της φοιτητικής ζωής δεν τον έχουν εγκαταλείψει. Φοράει το ίδιο ασιδέρωτο παντελόνι που βλέπει το πλυντήριο λιγότερο συχνά από όσο βλέπει ο Παναθηναϊκός το πρωτάθλημα. Όταν ήταν στο πανεπιστήμιο ζούσε με τους γονείς του και η μάνα του του έπλενε τα ρούχα κάθε φορά που ο γιος της γυρνούσε από πάρτι των ΕΑΑΚ. Τώρα όμως έχει δικό του σπίτι, και έχει κηρύξει αμείλικτο πόλεμο με την αστική καθαριότητα. Δυστυχώς, τα θύματα σε αυτό τον πόλεμο είναι οι συνάδελφοί του στη δουλειά. Μιας και ο ΟΗΕ δεν κάνει τίποτα για να σταματήσει αυτή τη μαζική γενοκτονία του άμαχου πληθυσμού, ο βρωμοποδαράς συνεχίζει να έρχεται στη δουλειά με τα ίδια ρούχα, και μάλιστα κάθε φορά που τρώει Cheetos, Doritos ή ποπ-κορν στο χώρο που δουλεύει, σκουπίζει τα δάχτυλά του πάνω στη μπλούζα και το παντελόνι του, αφήνοντας ανεξίτηλες πορτοκαλί και καφέ γραμμές. Αν η δουλειά του έχει να κάνει με κομπιούτερ, κάθε μήνα αλλάζει πληκτρολόγιο αφού ένα ή περισσότερα πλήκτρα δε μπορούν να πατηθούν εξαιτίας του βούτυρου που μαζεύτηκε από κάτω τους.
Η κουτσομπόλα. Συναντάται και σε δημόσιες και σε ιδιωτικές υπηρεσίες. Η κουτσομπόλα πιθανόν να μη σου έχει μιλήσει ποτέ, αλλά ξέρει τα πάντα για σένα. Όταν περνάς από μπροστά της, σταματάει απότομα να μιλάει, σα να έχει αυτόματο κουμπί mute. Όταν σε δει να απομακρύνεσαι αρκετά, συνεχίζει να μιλάει. Συνήθως δεν είναι μία, αλλά δύο ή τρεις, που είτε θα δουλεύουν στο ίδιο γραφείο, είτε θα τις δεις να περπατάνε συχνά στον ίδιο διάδρομο. Αν της πεις καλημέρα ή γενικά αν της μιλήσεις, το πρώτο που θα κάνει είναι ένα δυνατό "αχ!" σα να της έπεσε γεμάτος κουμπαράς πάνω στο δάχτυλο. Αυτό δεν είναι επειδή δε σε πρόσεχε, αλλά επειδή δεν περίμενε να της μιλήσεις και επειδή σίγουρα κάτι σκεφτόταν για σένα, νόμισε ότι την κατάλαβες. Αμέσως μετά το "αχ!" θα σου πει κι αυτή καλημέρα με ένα χαζοχαρούμενο χαμόγελο για να νομίσεις ότι είναι όλα καλά, εκτός αν την προλάβεις εσύ και τη ρωτήσεις αμέσως μετά το "αχ!" αν έπαθε τίποτα, οπότε θα σου πει μια ηλίθια δικαιολογία όπως "με τρώει το κότσι μου" ή "έφαγα βαριά χτες το βράδυ και με πονάει η κοιλιά μου". Αν και ενοχλητική, η κουτσομπόλα είναι πιο άκακη από το ρουφιάνο (βλέπε παρακάτω) και δε θα πει ποτέ αυτά που ξέρει για σένα στο αφεντικό. Το κουτσομπολιό δεν το κάνει για να πάρει προαγωγή, αλλά γιατί το βλέπει σαν τρόπο ζωής.
Ο ρουφιάνος. Η χειρότερη από όλες τις κατηγορίες, που δυστυχώς υπάρχει παντού. Υπάρχουν δύο κατηγορίες ρουφιάνου, ο απλός κωλογλείφτης και ο Χλαπάτσας. Ο απλός κωλογλείφτης είναι αυτός που σε κάθε μίτινγκ παίρνει το μέρος του αφεντικού, είχε στο σχολείο το ίδιο παρατσούκλι που έχει ο γιος του αφεντικού, και φέρνει κάθε μέρα κουλουράκια που η γυναίκα του μαγείρεψε για το αφεντικό, αν και στα αλήθεια ο κωλογλείφτης δεν έχει γυναίκα και φτιάχνει τα κουλουράκια μόνος του. Δε γλείφει το αφεντικό επειδή θέλει την προαγωγή, αλλά επειδή φοβάται την απόλυση. Όταν γυρίζει στο σπίτι βρίζει τη μοίρα του που τον ανάγκασε να κάνει θελήματα για έναν ψηλομύτη καρεκλοκένταυρο, αν και στην πραγματικότητα ο ίδιος επέλεξε αυτό το δρόμο για τον εαυτό του.
Η άλλη κατηγορία ρουφιάνου είναι ο Χλαπάτσας. Ο σπιούνος, ο χαφιές, ο καταδότης, ο Αρτέμης Μάτσας, ο Δήμος Σταρένιος, ο Joe Pantoliano. Σε αντίθεση με τον νορμάλ κωλογλείφτη, ο Χλαπάτσας θα κάνει ότι είναι δυνατό ή αδύνατο για να σε βγάλει από τη μέση. Αν δηλαδή καμιά φορά τύχει να κάνεις σεξ με την καβλίτσα γραμματέα που τυχαίνει να είναι και δεσμός του αφεντικού (βλ. την παρακάτω κατηγορία), να είσαι σίγουρος πως αν το αφεντικό το μάθει από κάποιον, αυτός θα είναι σίγουρα ο Χλαπάτσας. Ο τρόπος να απαλλαγείς από αυτόν είναι να ανοίγεις πολύ απότομα την πόρτα όταν βγαίνεις από κάποιο γραφείο. Οι πιθανότητες είναι με το μέρος σου να πετύχεις με την πόρτα στο κεφάλι το ρουφιάνο που θα κρυφακούει. Ή, αν δεν πετύχει αυτό, δώστου να παίξει Dragon's Lair. Ακόμα και αυτός δε θα έχει την κακία που χρειάζεται για να το αντέξει.
Ο ψωλοζητούσα. Συναντάται κυρίως σε ιδιωτικές εταιρίες. Είναι αυτή που θα δεις το όνομά της γραμμένο στους τοίχους από τις τουαλέτες, ακολουθούμενο από ένα = και τη λέξη ΠΟΥΤΑΝΑ. Η ψωλοζητούσα είναι η γκόμενα που μπορεί να σου κάνει πεοθηλασμό επί ένα ηλιοστάσιο αν υποψιαστεί ότι έχεις λεφτά ή ακόμα κι ότι μιλάς συχνά με το αφεντικό. Τη δίψα της για εξουσία ανταγωνίζεται μόνο η δίψα της για σπέρμα. Μπορεί να μην έχει μάθει ακόμα να πληκτρολογεί, και κάθε φορά που πάει να το κάνει τσιμπάει τα πλήκτρα σα να θέλει να τα ξεριζώσει από το πληκτρολόγιο και να τα βάλει στον κώλο της, αλλά στα τσιμπούκια είναι ό,τι είναι ο Μιμίκος στα κοτόπουλα. Πρώτο πράμα.
Η ψωλοζητούσα αν είναι τυχερή βρίσκει τον κολλεγιόπαιδα ημιπρεζάκια γιο του αφεντικού, τον ξεπαρθενεύει και γίνεται διευθύντρια της επιχείρησης. Αν είναι άτυχη, καταλήγει στα 40 της να chatάρει στο MSN με όνομα "Μiss Aggie" ή "Εμμανουέλλα" όπου συναντά το βρωμοποδαρά και κάνουν οικογένεια πήζοντας στη μιζέρια τους.
Ο wanna-be προϊστάμενος. Είναι ο τρόμπας που σου πρήζει τα αρχίδια κάθε μέρα γεμίζοντάς σε με χαρτιά που πρέπει να υπογράψεις, φτιάχνει ομάδες εργαζομένων μόνο και μόνο για να μπει αρχηγός, πάει πάντα πρώτος στα μίτινγκ με την εργοδοσία και μετά από κάθε μίτινγκ μόνο αυτός έχει έτοιμο από πριν το πλάνο για το πώς θα ολοκληρωθεί μια εργασία. Είναι απλός υπάλληλος, αλλά η όρεξή του για δόξα και αρχηγιλίκι τον κάνει να αισθάνεται προϊστάμενος. Συνήθως χρησιμοποιεί μεγάλες λέξεις με 4 κα πάνω συλλαβές για να περιγράψει τα πιο απλά πράγματα, γιατί ο καλύτερος τρόπος να αισθανθείς σημαντικός όταν δεν είσαι, είναι να χρησιμοποιείς λέξεις που ακούγονται σημαντικές.
Ο γκρινιάρης νεοέλληνας. Κάθε δουλειά έχει αυτό τον υπάλληλο. Ο γκρινιάρης νεοέλληνας κλαψουρίζει κάθε τόσο γιατί δε βγάζει αρκετά λεφτά. Ο μισθός του είναι ο ίδιος με των άλλων υπαλλήλων, αλλά ο γκρινιάρης νεοέλληνας τον χαραμάει πετώντας λουλούδια στο Νότη, παίζοντας στοίχημα ή βάζοντας turbo κινητήρα στο Datsun του. Έτσι, όταν έρχεται η ώρα να τσοντάρουν όλοι οι συνάδελφοι για να αγοραστεί κάτι που χρειάζεται η επιχείρηση, ο γκρινιάρης νεοέλληνας βάζει πάντα λιγότερα από τους άλλους ή δε βάζει τίποτα. Όταν κάποιος πάει να του την πει, ο φίλος μας απαντάει με θάρρος "τι να κάνουμε ρε φίλε, δεν είμαστε όλοι σαν κι εσένα να έχουμε λεφτά". Βέβαια όταν του κάθεται το διπλό της Αrsenal, την άλλη μέρα έρχεται στη δουλειά και κάνει τόσο θόρυβο για το πόσο γαμάτος τζογαδόρος είναι δείχνοντας σε όλους το δελτίο που έπιασε, που σου έρχεται να του καρφώσεις σάρισα στον προστάτη. Ο γκρινιάρης νεοέλληνας δε δουλεύει ποτέ, και συνήθως μπανίζει βυζιά στο Youjizz. Παρ' όλα αυτά είναι χρήσιμος αν θέλετε πληροφορίες για το πώς να τραβήξετε μαλακία σε ώρα δουλειάς χωρίς να σας πάρουν χαμπάρι.
Ο συνδικάλας. Ο συνδικάλας είναι το κατεξοχήν ζόμπι της επιχείρησης. Τον βλέπεις μια φορά το τρίμηνο που έρχεται για να μοιράσει προκηρύξεις της ΓΣΕΕ, και από αυτό καταλαβαίνεις ότι όποτε δεις τον συνδικάλα στη δουλειά έρχεται απεργία. Γι' αυτό και δε μπορεί να γίνει ποτέ αντιπαθητικός, αφού και μόνο η παρουσία του αποτελεί για όλους τους άλλους διάλειμμα από τη δουλειά. Αν ποτέ τον ρωτήσεις τι κάνει τις μέρες που δεν έρχεται στη δουλειά, θα σου απαντήσει με το ύφος του Χριστού που κάνει κατήχηση στους μαθητές του, "δουλεύω για σας". Εσύ πρέπει να καθηλωθείς από την αλτρουιστική επαναστατικότητα αυτής της απάντησης και να μην κάνεις άλλες ερωτήσεις. Στην πραγματικότητα τις περισσότερες φορές ο συνδικάλας τα έχει καλά με το αφεντικό, ξέρει ότι ούτε προαγωγή θα πάρει ποτέ αλλά ούτε και θα απολυθεί, και περνάει τις μέρες του ανέμελα γελώντας με τους μαλάκες που κάθονται να υπογράφουν χαρτιά και να συμπληρώνουν αιτήσεις όλη τη μέρα. Αν σου υποσχεθεί ότι "θα μιλήσει για σένα στο σωματείο" έχεις κι εσύ μια μικρή ελπίδα να μην ξαναδουλέψεις ποτέ και να γίνεις ο επόμενος συνδικάλας που θα παλεύει για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης από τη μεγαλοπρέπεια του καναπέ του.
Ο DJ Douchmaster. Η τελευταία κατηγορία είναι αυτός που ακούει μουσική δυνατά μέσα στο γραφείο του, χωρίς να χρησιμοποιεί ποτέ ακουστικά. Ο DJ Douchmaster δεν ακούει Γονίδη και Χριστοδουλόπουλο, αυτά είναι για τον γκρινιάρη και ίσως μετά από 10 χρόνια και για τον βρωμοποδαρά. Ο Douchmaster ακούει μόνο James, Linkin Park, Coldplay, U2 και σε μεγάλα κέφια Nelly Furtado, Beyonce και Rihanna. Ο φίλος μας όχι μόνο σπάει τα νεύρα των συναδέλφων του με τη μουσική που είναι πάντα στo φουλ, αλλά διαλέγει και να δουλεύει πάντα την ίδια ώρα που ακούει μουσική, οπότε τα τραγούδια συνοδεύονται από τα χρουτς χρουτς του εκτυπωτή ή τα ντουντ-ντουντ των e-mails (να σας θυμίσω ότι οι υπολογιστές στις ελληνικές δημόσιες και μη υπηρεσίες είναι της προηγούμενης χιλιετίας) κι έτσι ο DJ Douchmaster έχει φτιάξει χωρίς να το θέλει ένα dubstep remix στο άλμπουμ που ακούει. Αν έχεις κι εσύ παρόμοια μουσικά ακούσματα, μια σου μόνο συνάντηση με τον DJ Douchmaster θα σε κάνει να τα εγκαταλείψεις μια για πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου